Νέα..παλιά
Στην ετικέτα "στίχοι μου" προσέθεσα (κάποια από τα) κείμενα που ως τώρα κρατούσα σε χωριστό τετράδιο προορισμένο για ατελή τραγούδια..

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2016

Φιλί σαν πρώτη ζωή

Πού, πόσο και γιατί
κρατούσες φυλαγμένο αυτό το φιλί;

Μπορείς να με φιλάς
και αλλάζεις το ρυθμό της καρδιάς.

Δεν κόβεται η αναπνοή,
έχει μια αίσθηση πρωτόγνωρη,
βαθιά και βαριά,
ίσως ίδια όταν παιδί βγήκα απ' τη μήτρα.

Σαν να έχουν μεγαλώσει τα χείλια,
πιο ευαίσθητα, νιώθουν τα πάντα,
και δημιουργούνται περισσότερα σημεία
που περιμένουν να αγγίξουν τα δικά σου ξανά.

Ενεργοποιημένoi όλοι οι νευρώνες μου
δικαιολογούν την ύπαρξη τους,
την ύπαρξή του σώματος,
την ύπαρξή μου.

Σε μούδιασμα και σε εγρήγορση,
είμαι πλήρης και νιώθω έλλειψη.

Θέλω να κολλήσω πάνω σου,
κομμάτι των κυττάρων σου,
στο δέρμα, στο κορμί
και να μείνω εκεί.

Μα εσύ που μ' αγαπάς,
επιμένεις να με γεννάς.


Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2016

Ανατολίτικη "Bed-time story"


Μια φορά κι έναν καιρό σε μια χώρα της ανατολής υπήρχε ένας νεαρός, γοητευτικός σουλτάνος.
Με κορμί ψηλό και γεροδεμένο σαν βράχο και με λαιμό του έμοιαζε με κορμό από δυνατό δέντρο. Τα πυκνά μαύρα μούσια του ήταν σαν από γυαλισμένο έβενο, τα χείλη του ανάμεσα παρέπεμπαν σε ζουμερούς χουρμάδες ενώ τα μάτια του έλαμπαν περισσότερο από τα πολύτιμα πετράδια των ρούχων του.

Ιδιαίτερα όμορφο ήταν και το χαρέμι του, τόσο στο χώρο όσο και τις χορεύτριες του.
Οι τοίχοι του ήταν ανοιχτοί γαλάζιοι και πορτοκαλί με περίτεχνες μπορντούρες στολισμένοι ενώ πλημμύριζε φως από επιβλητικά μακρόστενα παράθυρα. Στο πάτωμα είχε στρωμένα χαλιά και μαξιλάρια ποικίλων χρωμάτων, μεγεθών και σχημάτων. Κοπέλες, η κάθε μια με τα δικά της χαρίσματα και χαρακτηριστικά που συνθέτουν την ομορφιά, ντυμένες με αραχνοΰφαντα ρούχα που στόλιζαν χρυσά κεντήματα, περνούσαν τον καιρό τους, όλη τους τη ζωή, σε αυτή την παραδείσια φυλακή. 

Κάθε φορά που έμπαινε στο χαρέμι ο σουλτάνος οι γυναίκες του μαζεύονταν γύρω του και τύλιγαν ακούραστα κι αχόρταγα με χάδια το κορμί του, τα πόδια του, το στέρνο, τα χέρια, το κεφάλι του. Εκείνος τις έδιωχνε σιγά σιγά και κρατούσε μόνο μια. Είχε την αγαπημένη του. Δεν είχε κάτι παραπάνω από τις άλλες, αλλά ήταν κάτι παραπάνω για εκείνον. Μόνο στα δικά της χέρια και με τα δικά της λόγια μπορούσε να ηρεμεί, να ζωντανεύει, να σκέφτεται και να αισθάνεται πραγματικά. Γίνονταν ένα. 

Όμως με αυτή του την προτίμηση και στάση εξοργίστηκαν πολλοί: οι άλλες κοπέλες, οι ακόλουθοι, οι άρχοντες και τέλος οι θεοί. Δεν επιτρέπεται ένας σουλτάνος να αγαπάει, να ερωτευτεί, να ταυτιστεί με μια γυναίκα, αυτός που έχει την εξουσία, στα χέρια -ή στις πλάτες του μάλλον- ένα λαό. Έτσι για να τον τιμωρήσουν τον εξαφάνισαν, τον έκαναν αέρα, καπνό. 

Η αγαπημένη του, αφού τον έχασε, κουλουριάστηκε σε μια γωνία του χαρεμιού, εκεί που συνήθιζε να ξαπλώνει μαζί του. Δεν έτρωγε, δεν έπινε και όλο έκλαιγε. Από την εξάντληση μίκραινε στιγμή τη στιγμή, ώσπου έφτασε να μεταμορφωθεί σε ένα μικρό κόκκο από άμμο. 

Τότε εμφανίστηκε ένας άνεμος δυνατός που έσπασε το παράθυρο. Ζεστός και γνώριμος, σήκωσε και πήρε μαζί του τον κόκκο της άμμου. Αγκαλιά πλέον μπορούσαν να γυρίζουν ελεύθεροι στον κόσμο.